Τρίτη 16 Μαΐου 2017

Δόλιχος Δρόμος 2017 - ΤΕΜΟΝΑΕΚ









Ένας ακόμη Δόλιχος Δρόμος τελείωσε με επιτυχία. Ένας απαιτητικός αγώνας που ενώνει δύο μεγάλα μνημεία τους Δελφούς με την Αρχαία Ολυμπία και την ψυχή με το σώμα, ένας διαφορετικός αγώνας που τα ζεις όλα. Ευχαριστούμε το αθλητικό σωματείο ΟΛΥΜΠΙΟΙ και την οργανωτική ομάδα που για 6η συνεχή χρονιά διοργάνωσαν τον αγώνα ΔΟΛΙΧΟΣ ΔΕΛΦΟΙ – ΟΛΥΜΠΙΑ που έγινε στις 28, 29, 30 Απριλίου 2017.
Ο αγώνας έχει μήκος 255 χιλ και διάρκεια 48 ώρες. Η διαδρομή περιλαμβάνει 60% δασικούς δρόμους - χωματόδρομους και μονοπάτια και 40% ασφαλτοστρωμένους δρόμους που συνδέουν την κεντρική Ελλάδα με την Πελοπόννησο μέσω της γέφυρας Ρίου-Αντίρριου. Η ορεινή διαδρομή φθάνει σε ύψος έως 1100 μέτρα με συνολική θετική υψομετρική 5500 μέτρα και αρνητική 5100 μέτρα.
Οι φίλοι δρομείς που ανταποκρίθηκαν στην απίστευτη αυτή δοκιμασία ψυχικής και σωματικής αντοχής ένιωσαν τα υπέροχα συναισθήματα που προσφέρει αυτή η εμπειρία.
Συναισθήματα που μόνο λίγοι μπορούν να τα νιώσουν.
Η διαδρομή πλέον γνωστή, την έτρεξα για 4η συνεχόμενη χρονιά με επιτυχία. Ήθελα μόνο να τερματίσω, έτσι αποφάσισα να πάω με τον ρυθμό μου, ξεκούραστα, απολαμβάνοντας την διαδρομή. Στην αρχή την παραλιακή διαδρομή Ιτέα προς Ρίο. Ως γνωστόν, στην ΑΕΚοκρατούμενη Ερατεινή με περίμεναν με ανοιχτές αγκάλες, αλλά και σε κάθε σταθμό ο ΤεμόνΑΕΚ σκορπούσε πανικό… κι ευχαριστώ τον κόσμο για την αγάπη του. Στην διαδρομή συναντούσα φίλους, με προσπερνούσαν τους προσπερνούσα, δεν έδινα σημασία, ανταλλάσαμε έναν χαιρετισμό και συνεχίσαμε. Ορισμένοι που δεν με μιλούσαν, τους μιλούσα εγώ. Άλλοι ένιωθαν περήφανοι που προσπερνούσαν τον Τεμόν κι έκαναν τα πάντα για να μην τους φτάσω, έβλεπα την αγωνία στα μάτια τους αλλά εγώ δεν ήθελα να χάσω την ομορφιά!!! Συνέχισα την πορεία μου για πολλά χλμ από την Ερατεινή (σχεδόν 40ο χλμ) παρέα με τον φίλο Νίκο Κοντη, με τον οποίο φτάσαμε μαζί μέχρι το Ρίο (111ο χλμ), τον περίμενα αρκετή ώρα να ξεκουραστεί γιατί είχε κάποιες ενοχλήσεις στο στομάχι. Συνεχίσαμε την πορεία μας για την ανάβαση στο βουνό κι όπως έλεγε και η κα Δήμητρα από την διοργάνωση, ο αγώνας τώρα αρχίζει. Στην πορεία προς το Χάραδρο, βλέπαμε έναν Άγγλο να έχει έναν περίεργο ρυθμό, φαινόταν ήδη κουρασμένος και με τον φίλο Νίκο τον σχολιάζαμε. Μετά ο Νίκος ήθελε να ανοίξει και να φύγει, έτσι κι έκανε. Σε ένα σημείο της ανάβασης αφού έμεινα μόνος απολάμβανα από ψηλά την φύση, την γέφυρα του Ρίου, την Πάτρα, την θάλασσα, άκουγα τους καταρράκτες… σ΄ ένα σημείο έβαλα τον Άγγλο Peter να με φωτογραφίσει, έτσι μιλήσαμε και συνεχίσαμε την πορεία μας, δίνοντάς του τον ρυθμό μου. Του άρεσε και συνεχίσαμε μαζί μέχρι το Καλέντζι. Καθοδόν έβλεπα ότι «δεν το έχει» αλλά προσπάθησα να τον πάω όσο πιο μακριά μπόρεσα κι ας έχασα πολύτιμο χρόνο, μέχρι το Καλένζι, όπου αποδείχθηκε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει άλλο ούτε με τον αργό ρυθμό. Στο Καλέντζι συνάντησα και τον φίλο Νίκο ο οποίος ξεκουραζόταν, εκεί ήταν και ο κ. Μαστροπέρος Παναγώτης, τον οποίο συνόδευε ο αγαπητός μου φίλος Αλέξανδρος Νικολαϊδης (ΑΕΚΑΡΑ) και τον ευχαριστώ θερμά για την βοήθειά του σε όλα. Φύγαμε με τον Peter για τον επόμενο σταθμό στην «Δροσιά», του ζήτησα συγνώμη και συνέχισα μόνος μου γιατί πλέον είχα την πίεση του χρόνου. Παίρνοντας πλέον τον δρόμο για το ποτάμι, για τον Πηνειό, μέσα στη νύχτα, μάζευα τον χαμένο χρόνο μου, ώσπου έσβησε ο φακός μου, σε ένα σημείο πριν το λιβάδι. Παρ΄ όλο που είχα εφοδιαστεί με όλη την σύγχρονη τεχνολογία, (για άγνωστο λόγο δεν λειτούργησε «η ενεργειακή τράπεζα» ή Power Bank. Τηλεφώνησα στον κ. Γερμακόπουλο ο οποίος ήρθε σε 15 λεπτά και μου έφερε έναν δικό του φακό και τον ευχαριστώ θερμά. Με αυτόν τον φακό πέρασα το ποτάμι, έφτασα στο δάσος της Φολόης του οποίου το τερέν ήταν έπρεπε εκείνην την στιγμή για λίγο μαλακό χώμα μέσα στο δάσος, Βγαίνοντας από το δάσος σταμάτησε να γράφει και το ρολόι και συνεχίζω για τα Ζηρέϊκα (218ο χλμ), είχε ήδη ξημερώσει και στον σταθμό ήταν μόνος του ο κ. Δημήτρης Καίσαρης, ο οποίος δεν μπορούσε να με βοηθήσει με την «μπαταρία μου», η οποία δεν ξέρω γιατί δεν λειτουργούσε, οπότε συνέχισα τα υπόλοιπα δύσκολα χλμ χωρίς χρονομέτρηση. Χωρίς να ξέρω πόσα χλμ διανύω, μόνο τα πουλιά άκουγα και τα ποτάμια, του καταρράκτες, απολάμβανα το άρωμα που σκορπούσε το πλούσιο «Σπάρτο», ήταν και κίτρινο!!! Στην Πέρσαινα 232ο χλμ, η κα Ανδριανή με τα υπέροχα καλούδια της, ανησυχούσε που δεν είχα φτάσει ακόμη, άλλες φορές έφτανα πιο νωρίς. Της εξήγησα, με τάισε τα ωραία αβγουλάκια της, βγάλαμε ωραίες φωτο και συνέχισα για Κρυονέρι. Στην διαδρομή συνάντησα το άλλο θηρίο Υπεραπόστασης, τον ΑΕΚΤσή Τάσο Νικολάου, ο οποίος ήταν λίγο αγχωμένος με τον χρόνο και χαμένος στον κόσμο του. Του εξήγησα ‘ότι έχουμε χρόνο, του έδωσα κουράγιο και συνέχισα για τις τελευταίες ανηφόρες. Με το μαγευτικό άρωμα του Σπάρτου και με το καταπράσινο τοπίο, χωρίς να ξέρω σε ποιο χλμ είμαι, χωρίς άγχος, έφτασα στον σταθμό «Κλαδεο» 249ο χλμ, πήρα τις σημαίες μου και συνέχισα τα επόμενα έξι χλμ τυλιγμένος με την γαλανόλευκη, καθοδόν κυμάτιζε και η σημαία της ΑΕΚΑΡΑ μου, ώσπου έφτασα στην Ολυμπία σε 44 ώρες.
Έτρεξα στην χώρα της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας, κουβάλησα στην πλάτη μου την Ελληνική σημαία τα τελευταία 6 χλμ, και φτάνοντας στην Αρχαία Ολυμπία, ο κόσμος χειροκροτούσε και με καλωσόριζε φωνάζοντας και το σύνθημα των ημερών: «άντε ΑΕΚΑΡΑ μου τώρα και με το Κύπελλο».
Μπαίνοντας στο χώρο του Μνημείου τυλιγμένος με την γαλανόλευκη σημαία ήρθε ο αρμόδιος ασφαλείας να μου την πάρει, κάνοντας μου την παρατήρηση να την κατεβάσω επειδή ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ καθόσον ο χώρος είναι της Unesko.... Τι ΜΕ λες τώρα; στο σπίτι μου θα ΜΕ πεις τι σημαία θα βάλω!!! Δεν σεβάστηκαν αυτό το ιερό πανί, ούτε καν την προσπάθεια των δρομέων, τον ιδρώτα, την κούραση. Έτσι έλαβε τέλος και η 4η επιτυχής προσπάθειά μου την οποία και πάλι αφιερώνω στο ειδικό σχολείο Πτολεμαϊδας.
Ευχαριστώ θερμά όλους όσους ήταν οντά μας και μας έδινα κουράγιο, ένα χαμόγελο, έναν καλό λόγο. Συγχαρητήρια σε όλους τους δρομείς που έτρεξαν και προσπάθησαν κι έκαναν τον αγώνα τους, είτε φτάνοντας στο τέρμα ή όσα χλμ μπόρεσαν. Να είμαστε γεροί και να ζούμε ωραίες στιγμές.
Ευχίδας (...-479 π.Χ.) Μυθική Πορεία στο κέντρο της γης.

Ο Ευχίδειος Άθλος  είναι ένας ιστορικός υπέρ μαραθώνιος που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Είναι ένας από τους δύσκολους αγώνες υπέρ αποστάσεων παγκοσμίως και παράλληλα πολύ μεγάλου ενδιαφέροντος λόγω του ιστορικού του υπόβαθρου. Ο Ευχίδειος Άθλος αναβιώνει τα βήματα του Ευχίδα, ενός αρχαίου δρομέα μεγάλων αποστάσεων, ο οποίος κατά το μύθο, έτρεξε την απόσταση Πλαταιές-Δελφοί-Πλαταιές το 479 π.Χ., μετά τη Μάχη των Πλαταιών, θέλοντας να φέρει στις Πλαταιές νέο «ιερό πυρ» από τους Δελφούς, γιατί οι κάτοικοι θεωρούσαν ότι αυτό που είχαν μολύνθηκε από την παρουσία των Περσών.
Στους πρόποδες του Κιθαιρώνα, έξω από τα τείχη των Πλαταιών έγινε η μάχη των Ελλήνων κατά των Περσών. Η νίκη κατά του εχθρού συντριπτική αλλά δεν ήταν αρκετή  επειδή η παρουσία και μόνο των βαρβάρων είχε μολύνει το πυρ που έκαιγε στο βωμό της πόλης τους. 
Ο Ευχίδας, οπλίτης  ημεροδρόμος και γοργοπόδαρος, καλείται να πάει τρέχοντας μέχρι τους Δελφούς και να επιστρέψει φέρνοντας καθαρή καινούργια φωτιά, ¨εξαγνισμένη» που θα την πάρει από το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς.
Ξεκινά και περνώντας δάση, βουνά και ρεματιές, φτάνει στον προορισμό του, εξαγνίζει το σώμα του στην Κασταλία Πηγή, φορά δάφνινο στεφάνι, παίρνει  καθαρό πυρ από το ιερό του Απόλλωνα την καινούργια – «καθαρή» φωτιά και επιστρέφει στις Πλαταιές, όπου εξαντλημένος αφού την παραδίδει στους συμπολίτες του πέφτει νεκρός, περνώντας στην ιστορία. Ο ηρωικός ημεροδρόμος έτρεξε σύμφωνα με τις μαρτυρίες, περίπου 1.000 στάδια (δηλαδή περίπου 200 χιλιόμετρα).
Οι Πλαταιείς τον ενταφίασαν στο ιερό της Ευκλείας Αρτέμιδας, χαράζοντας επάνω στον τάφο του, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το επίγραμμα:
"Ευχίδας Πυθώδε τρέξας ήλθοε τώδ' αυθημερόν" (Πλουτάρχου Αριστείδης, 20)
"Ο Ευχίδας έτρεξε στην Πυθία και επέστρεψε αυθημερόν ".

Έτσι λοιπόν έχει θεσπισθεί ο "ΕΥΧΙΔΕΙΟΣ ΑΘΛΟΣ", μία απόσταση 107,5 χλμ, με πολύχρονη παρουσία στα αθλητικά δρώμενα της χώρας μας, ενώ η διπλή απόσταση των 215 χλμ Δελφοί - Πλαταιές – Δελφοί, προσπαθεί να καθιερωθεί κι αυτή σε ετήσια βάση.
Οι δρομείς καλούνται να τρέξουν με τον Ευχίδα, να γευτούν το ελληνικό χρώμα του  αγώνα, να συναντήσουν τις μούσες στον Ελικώνα, να εξαγνίσουν το σώμα τους στην Κασταλία πηγή, να φορέσουν δάφνινο στεφάνι και να μπουν νικητές στο Ιερό του Απόλλωνα, να ζήσουν μοναδικές εμπειρίες στους ιστορικούς δρόμους, να ξεπεράσουν τα όριά τους να γίνουν οι σύγχρονοι Ευχίδες!!!

Η συμμετοχή μου: Ο Ευχίδειος άθλος είναι ο αγώνας υπέρ απόστασης που με «έβγαλε» στους δρόμους τους μεγάλους, στους δρόμους της ιστορίας. Ήταν ο πρώτος μου αγώνας, τότε που έμπαινα με  δειλά βήματα στον χώρο των μεγάλων αποστάσεων. Ο Ευχίδας όμως μου έδωσε την δάδα και φώτισε τον δρόμο μου. Μάλιστα εκείνην την χρονιά, ως νέος, τερματίζοντας 5ος στην γενική κατάταξη με χρόνο 11:24, πήραν τα μυαλά μου αέρα αλλά γρήγορα κατάλαβα ότι πρέπει να κρατάς χαμηλούς τόνους σε τέτοιους αγώνες, διότι ποτέ δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις!!! Μα πάνω απ΄ όλα Σεβασμός σ΄ αυτό που κάνεις, που ξεπερνάς τα ανθρώπινα όρια. Έτρεξα την διαδρομή των 107,5 χλμ αρκετές φορές, δεν την χορταίνεις, κάθε φορά νιώθεις κάτι διαφορετικό. Φέτος θέλησα να δοκιμάσω την κανονική, την διπλή διαδρομή των 215 χλμ. αυτή  που έτρεξε ο Ευχίδας, την γνήσια, την ORIGINAL,  ένα δύσκολο εγχείρημα, καθόσον πριν από 13 μέρες είχα τρέξει είχα τρέξει έναν άλλο μεγαλύτερο αγώνα, τον Δόλιχο δρόμο 255 χλμ, πριν από 13 μέρες, (ίσως τον πιο δύσκολο, με έναρξη πάλι τους Δελφούς αλλά προς Ολυμπία). Κράτησα χαμηλούς τόνους αλλά με περίσσευμα ψυχής και με την ΑΕΚ στην καρδιά, πήρα την μεγάλη απόφαση να ζήσω κι αυτήν την εμπειρία, να συναντήσω τα ανθρώπινα όρια, να δω μέχρι που πάνε… Ξεκίνησα λοιπόν μόνος μου από την πόλη μου, την Πτολεμαϊδα, έφτασα στους Δελφούς, τακτοποίησα τα πράγματά μου για τους σταθμούς, (αφού δεν είχα συνοδό) και την επόμενη μέρα μαζί με παλιούς και νέους δρομείς, Έλληνες και ξένους, ξεκινήσαμε την προσπάθεια.
   Ανεβαίνοντας τις πρώτες ανηφόρες και φτάνοντας στην Αράχωβα, οι μαθητές των σχολείων μας καλωσόρισαν με φωνές και χαμόγελα, βγάλαμε μερικές φωτογραφίες, τους χάρισα μερικά αποκόμματα εισιτηρίων από τον Ημιτελικό ΑΕΚ-ΟΣΦΠ και τρελαθήκαμε όλοι μαζί!!!  Μετά πήραμε την κατηφόρα του Ζεμενού και σκεφτόμουν τι θα τραβήξω στην επιστροφή όταν θα την ανεβαίνω… εκεί έβλεπα δρομείς να τους παίρνει ο κατήφορος και να με προσπερνούν. Δεν με ενδιέφερε βέβαια, ο στόχος μου ήταν να τερματίσω υγιής. Έφτασα στο Δίστομο, έσκυψα ευλαβικά στο μνημείο των πεσόντων που συνάντησα κι έφτασα στο «τραπεζάκι», πήρα το νερό μου και συνέχισα τον δρόμο μου προς το χωριό Στείρι και μετά πάλι άρχισαν οι ανηφόρες για το Κυριάκι. Στην διαδρομή συνάντησα και την Σαλονικιά μας την Αμαλία Ματθαίου, η οποία έκανε τον δικό της αγώνα.  Μέχρι εδώ ο καιρός ήταν σύμμαχος με λίγη συννεφιά, καλά περάσαμε σχεδόν έναν Μαραθώνιο. Αυτή η διαδρομή μπορεί να ήταν κουραστική λόγω της ανηφόρας αλλά εκείνη η ευωδία από το λουλούδι «Σπάρτο», ήταν και κίτρινο, σ΄ έκανε να ξεχνάς τα πάντα και να απολαμβάνεις μόνο το άρωμα, άνοιγε η μύτη και η καρδιά!!! Μετά το Κυριάκι, στο εκκλησάκι του αγίου Γεωργίου, λίγο νεράκι που βρήκα στον δρόμο και συνέχισα για την υπέροχη Αρβανίτσα. Τι ομορφιά!!! Δεν ήθελα φύγω, ήθελα να καθίσω στον σταθμό, να απολαμβάνω την φύση με τα ωραία έλατα και τα ωραία φαγώσιμα. Γρήγορα προσγειώθηκα, έβγαλα τις φωτογραφίες μου και συνέχισα μετά τις κατηφόρες προς την Αγία Άννα. Στην διαδρομή δύο καλοί φίλοι, ο Κώστας Κοφίνης και ο Γερολουκάς Χάρης με «τραβούσαν» αλά δεν ήθελα να ακολουθήσω την γρήγορη πορεία τους. Ήθελα  να ζήσω την πανοραμική θέα!!! Έβγαλα την  «selfie» αυτοφωτογραφία και συνέχισα χαλαρά για να μη  πονέσουν τα πόδια, εκεί συνάντησα και την πατριώτισσά μου το άλλο θηρίο, την δρομέα Άντζελα Τερζή. Συνεχίσαμε μαζί μερικά χλμ , είχε έναν ωραίο ρυθμό που μ΄ άρεσε, με ξεκούρασε. Περάσαμε την Θίσβη, φτάσαμε στην Ξηρονομή, όπου μας περίμεναν πολλά παιδάκια, τα οποία παρέλαβαν κι αυτά μερικά αποκόμματα εισιτηρίων από τον Ημιτελικό ΑΕΚ-ΟΣΦΠ και τρελαθήκαμε πάλι όλοι μαζί!!! Στην Ελλοπία συνάντησα τον Ιταλό Μάρκο Μπονφίλιο, ο οποίος είχε ήδη φτάσει πρώτος στις Πλαταιές και επέστρεφε!!!  Φτάσαμε στο κανάλι του Μόρνου κι άρχισε ο χωματόδρομος, ο οποίος με βοήθησε λίγο και με ξεκούρασε, ώσπου φάνηκαν οι Πλαταιές και μερικοί δρομείς μέσα στη νύχτα, σαν πυγολαμπίδες, με τον φακό στο κεφάλι, είχαν πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Χαιρετιόμασταν, και συνεχίζαμε την πορεία μας. Φτάνοντας στις Πλαταιές, (107,5 χλμ), η διοργάνωση είχε μεριμνήσει για την τροφοδοσία και το μασάζ, το οποίο δεν το απόλαυσα, γιατί ερχόντουσαν οι δρομείς και το ένα κρεβάτι δεν ήταν αρκετό … Έφαγα την σούπα μου, ξεκουράστηκα μερικά λεπτά μέχρι να αλλάξω ρούχα. Είδα φίλους δρομείς που ετοιμάζονταν για τον δικό τους αγώνα, από τις Πλαταιές στους Δελφούς. Ήρθαν κοντά μου οι πατριώτες μου δρομείς, με συνεχάρησαν, μου έδωσαν κουράγιο και τους ευχαριστώ θερμά. Ευχηθήκαμε καλό τερματισμό σε όλους και τα κατάφεραν όλοι του ΣΔΟΕ και Μπράβο τους!!!  Πήγα στον «βωμό» έβγαλα τις φωτογραφίες μου, εκεί ήταν και ο μικρός μας φίλος, που ξενυχτούσε στην αγκαλιά του μπαμπά του Δημήτρη Βόρδου, ο οποίος θα έτρεχε σε λίγη ώρα. Πήρα τον «Πυρ» μου και συνέχισα τον δρόμο της  επιστροφής.
Τώρα άρχισε ο αγώνας. Έπρεπε να μείνω ξύπνιος, να τρέχω μέσα στη νύχτα, να αντιμετωπίσω τον καυτό αέρα πάνω στο βουνό, που προμήνυε τι θα συμβεί όταν ξημερώσει, να προσπαθώ να σταματήσω με διάφορους τρόπους τον «λόξιγκα» που μ΄ έπιασε και δεν μ΄ άφηνε σε ησυχία. Οι δρομείς από Πλαταιές είχαν ξεκινήσει και ο ένας μετά τον άλλον με προσπερνούσαν και με χαιρετούσαν με τα καλύτερα λόγια. Σχολίαζαν την συμμετοχή μου και μου έδιναν κουράγιο να συνεχίσω. Ένιωθα τόσο όμορφα!!! Ο Σπαρτιάτης Γιάννης Δημόπουλος με χαιρέτισε πρώτος μέχρι εκείνην την ώρα και συνέχισαν κι άλλοι φίλοι, ο Νίκος  ο Κόντης ΑΕΚΑΡΑ κι όλοι με τον καλό λόγο. Ο φίλος (πρώην τερματοφύλακα της ΑΕΚ), κ. Αλέξανδρος ΝικολαΊδης (Αντερσον) μου έδωσε ένα χάπι καφεΐνης, αλλά δυστυχώς δεν έκανε δουλειά.  Πήρα την δύσκολη ανηφόρα για Αγία Άννα, να και ο φίλος μου ο Φάνης Πετρόπουλος, με έναν ωραίο ρυθμό ανεβαίνει κι αυτός, μιλάμε για λίγο, του δίνω μερικές πληροφορίες και συνεχίζει την προσπάθειά του, είχε μείνει πίσω από τους τελευταίους και φοβήθηκα μήπως δεν προλάβει αλλά δεν ήθελα να τον στεναχωρήσω, ήθελα να ζήσει όσο μπορούσε την διαδρομή. Το στομάχι ήδη έστελνε μηνύματα ότι κάτι δεν πάει καλά. Ξημέρωσε, έφτασα Αγία Άννα, έφαγα τις πατάτες φούρνου, ξάπλωσα για 5 λεπτά στο κρεβάτι που υπήρχε στον χώρο και τα κορίτσια που βρίσκονταν εκεί, ήταν πρόθυμα να με εξυπηρετήσουν και να με βοηθήσουν και τα ευχαριστώ θερμά. Εκεί συνάντησα και τον Λαρισαίο γιατρό κ. Θωμά με την σύζυγό του, οι οποίοι ήταν συνοδοί στον δρομέα φίλο Παρλαπάνο. Λες και τον έστειλε ο Ευχίδας για να με σώσει. Μου ετοίμασε λίγο αλατόνερο, μου έδωσε και μία κρέμα κι αφού την έφαγα ένιωσα καλύτερα και συνέχισα. Στην υπόλοιπη διαδρομή  ήταν συνεχής η παρουσία του και ενδιαφερόταν συνέχεια για μένα. Ανεβαίνοντας προς Αρβανίτσα, έβλεπα εκείνες τις ανηφόρες και δεν πίστευα ότι θα τις ανέβω. Περνώντας από την υπέροχη περιοχή των Μουσών και περνώντας τον Αη Γιώργη, ένιωθα ήδη πιο καλά και φτάνοντας στο Κυριάκι, ο γιατρός μου πρόσφερε ένα παγωτό και μαζί με το άρωμα από το «Σπάρτο» άρχισα να πετάω. Κατέβηκα εκείνες τις όμορφες κατηφόρες και πήρα τον δρόμο προς Δίστομο, όπου συναντούσα δρομείς και των δύο αγώνων. Βρέθηκα με τον «παλαίμαχο» Φιλανδό Άρη Μουστάλα, βγάλαμε την φωτογραφία μας και συνεχίσαμε ο καθένας τον δρόμο του. Στο Δίστομο ξεκουράστηκα λίγο ακόμη, κάθισα στην σκιά, πήρα την δόση μου και συνέχισα για τις δύσκολες ανηφόρες του Ζεμενού προς Αράχοβα. Η ζέστη πλέον ανυπόφορη, σου έκοβε την ανάσα. Όταν επιτέλους έφτασα στον σταθμό Ζεμενό, έβλεπα τον κόσμο που απολάμβανε το καταπράσινο περιβάλλον, με την δροσιά κάτω από τον ίσκιο των μεγάλων δέντρων, έπινε την παγωμένη μπύρα του και δεν άργησα κι εγώ να πιω την μπύρα που μου πρόσφερε ο γιατρός και μαζί με τα καλούδια του σταθμού πήρα τον δρόμο της Αράχωβας. Προσπερνάω τον φίλο μου τον Γάλλο τον Αντζελ, τον γιο του Ζιλ Παλαρουέλο και αντικρίζοντας αυτό το πανέμορφο τοπίο δεν ένιωθα πλέον την κούραση ούτε την ζέστη, πίστευα μόνο ότι η ομορφιά είναι εδώ. Περνώντας μέσα από τον κεντρικό δρόμο, ένα πανέμορφο σοκάκι, τα πέτρινα σπίτια το ένα δίπλα στο άλλο έκρυβαν τον ήλιο, ήταν το δώρο μου για την προσπάθειά μου, ένοιωθα ότι όλα είχαν τελειώσει. Αρχίζοντας λοιπόν με έναν χαλαρό ρυθμό, τις τελευταίες κατηφόρες προς Δελφούς, έπρεπε να προσέχω λίγο παραπάνω γιατί ήταν τα τελευταία χλμ και η κατηφόρα σε «κοροϊδεύει», θέλει τον τρόπο της, ειδικά μετά από 205 χλμ. Ώσπου φάνηκαν οι σημαίες από την είσοδο στους Δελφούς, λίγα μέτρα έμειναν και άρχισα να σκέφτομαι όλα όσα πέρασα και έκλεισα τα μάτια τρέχοντας για λίγο στα τυφλά. Έφτασα στο σημείο εκκίνησης του Δόλιχου δρόμου (500 μ) πριν την είσοδο στους Δελφούς, ήρθαν οι εικόνες εκείνου του δύσκολου αγώνα και ξαφνικά ένα χέρι με χτυπάει στην πλάτη και βλέπω  χαμογελαστό έναν Ιταλό ο οποίος με περνάει και τρέχει βιαστικά προς τον τερματισμό. Συνέχισα τις σκέψεις μου και την πορεία μου, ώσπου ήρθε ο κ. Παναγιώτης Αντωνόπουλος, μου έδωσε την δάδα του Ευχίδα και κρατώντας την περήφανος τρέχω πλέον τα τελευταία μέτρα και τελειώνει το ταξίδι της Μυθικής πορείας στο κέντρο της γης. Στο σημείο δεν υπήρχε πολύς κόσμος, δύο τρία άτομα οι οποίοι περίμεναν τους δρομείς που θα έφταναν σε λίγο.  Είχα ανάγκη από λίγο μασάζ μετά απ΄215 χλμ αλλά δεν ήταν κι αυτό εφικτό, έτσι βγάλαμε μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες και πήγα στο αυτοκίνητό μου για να αλλάξω ρούχα. Επειδή δεν είχα πληρώσει όλο το πακέτο συμμετοχής, δεν είχα δικαίωμα για ένα ντουζάκι, μετά από 215 χλμ, οπότε μερίμνησα σχετικά και μετά αγόρασα δύο πίτες με γύρο και κάθισα κάτω από ένα μεγάλο πλατάνι κι απολάμβανα την κρύα μπύρα και το πανέμορφο τοπίο των Δελφών. Σκεφτόμουν όλα όσα είχαν συμβεί κι ένιωθα όμορφα. Την επόμενη μέρα, Κυριακή 14 Μαϊου 2017 έγιναν οι απονομές, πήρα την δάδα του Ευχίδα, το δάφνινο στεφάνι και το μετάλλιο και ξεκίνησα για Θεσσαλονίκη, στην Τούμπα, όπου η ΑΕΚΑΡΑ μου θα έδινε έναν αγώνα Τιμής με τον ΠΑΟΚ. Φτάνοντας στο γήπεδο της Τούμπας με το «Δελφικό Φως» η ΑΕΚΑΡΑ μου από νωρίς προηγήθηκε και κέρδισε τον αγώνα 0-1. Έτσι επέστρεψα χαρούμενος στην Πτολεμαϊδα εκεί στην γνωστή Τραπεζούντος γωνία.
Ως προς την διοργάνωση: Ο κ. Αντωνόπουλος Παναγιώτης και η σύζυγός του κα Ρίτσα αλλά και τα δυο παιδιά τους, προσπαθούν με κάθε τρόπο, ξεπερνώντας τα ανθρώπινα όρια ώστε να τα καταφέρουν και να διεξαχθεί ένας τέλειος αγώνας. Σ΄ αυτό βέβαια συμβάλει και η βοήθεια, η συμμετοχή των εθελοντών, οι οποίοι βρίσκονται στους σταθμούς προσφέροντας ότι ξέρουν, ότι τους έχουν πει και κάνουν ότι μπορούν για να μας κρατούν «όρθιους»!!!
Η συμμετοχή των αθλητών μεγάλη και με μεγάλο ενδιαφέρον. Ειδικά τα τελευταία χρόνια που έχει ανέβει το επίπεδο των Ελλήνων δρομέων στις μεγάλες αποστάσεις, συναντάς παντού πολλούς δρομείς που θέλουν να ζήσουν τις εμπειρίες που προσφέρουν αυτοί οι αγώνες. Άλλοι τα καταφέρνουν μέχρι το τέλος, άλλοι σταματούν την προσπάθεια για διάφορους λόγους αλλά όλοι μένουν ευχαριστημένοι γιατί ζουν  κάτι μοναδικό και ξεχωριστό. 
ΥΓ:  Μόνο ΑΕΚ.-
Γιώργος Ζαχαριάδης - ΤΕΜΟΝΑΕΚ
14-5-2017







Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

1ος Αυθεντικός Φειδιππίδειος Δρόμος, Αθήνα-Σπάρτη-Αθήνα, 490 χλμ.

Μία ιστορική διαδρομή, την οποία έτρεξε ο αρχαίος δρομέας Φειδιππίδης ο οποίος στάλθηκε από τους Αθηναίους στη Σπάρτη, για να ζητήσει βοήθεια λίγο πριν την μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ.. Πήγε και ήρθε ο ημεροδρόμος Φειδιππίδης, όπως περιγράφεται από τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία.

Ως αγώνας πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά φέτος, από τις 21 έως τις 25 Νοεμβρίου 2015.
Η εκκίνηση έγινε το Σάββατο 21/11/2015 στις 6:00 το πρωί στο χώρο της Αρχαίας Αγοράς των Αθηνών και ο τερματισμός στον ίδιο χώρο την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015 στις 14:00.

Ο αγώνας είναι αφιερωμένος στην έρευνα για την ανοσοθεραπεία του καρκίνου, διοργανώθηκε από τον Σύλλογο Ελλήνων Ημεροδρόμων, σε συνεργασία με το Κέντρο Ανοσολογίας και Ανοσοθεραπείας του Καρκίνου του νοσοκομείου «Άγιος Σάββας» και του Φυσιολατρικού Αθλητικού Ορειβατικού Συνδέσμου.

O «Αυθεντικός Φειδιππίδειος Δρόμος», είναι ο μεγαλύτερος αγώνας υπεραποστάσεων διεθνώς. Συμμετείχαν 29 δρομείς από τους οποίους τερμάτισαν την διαδρομή οι 12, καθώς και η SUE BROCKLEBANK η οποία εγκατέλειψε την προσπάθεια στο 449ο χλμ., στα Μέγαρα


Το 1992, ο καταξιωμένος από όλους τους δρομείς Τάκης Σκουλής, επιχειρεί σε ηλικία 53 ετών και κατορθώνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, να επαναλάβει τον Άθλο του Φειδιππίδη, διανύοντας τρέχοντας 492 χιλιόμετρα ΑΘΗΝΑ - ΣΠΑΡΤΗ - ΑΘΗΝΑ σε 4 ημέρες 5 ώρες (101 ώρες).

Η συμμετοχή μου στον αγώνα αυτό, θεωρήθηκε δεδομένη από την πρώτη στιγμή. Πως θα μπορούσα να λείψω άλλωστε από μία διαδρομή γεμάτη ιστορία και άρωμα Ελλάδας!!! Μία διαδρομή την οποία έτρεξα το 2014 με δική μου πρωτοβουλία συμμετέχοντας στο 32ο ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΝ όπου μετά τον τερματισμό μου στην Σπάρτη, με την βοήθεια του Σπαρτιάτη συνοδού μου Παναγιώτη Ερμήλιου καθώς και των περιπολικών της Ελληνικής Αστυνομίας καθόλην την διαδρομή, τερματίζοντας στο καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας σε 85 ώρες και 30 λεπτά. Μία εμπειρία Μοναδική!!! Μία μεγάλη υπεράνθρωπη προσπάθεια, η οποία εκτιμήθηκε από πολλούς, υπήρχαν όμως και οι «σχολιαστές…».
Έτσι λοιπόν, με εφόδια την ευλογία και την ευχή του «Ταξιάρχη» Μανταμάδου, όπου βρισκόμουν τις τελευταίες μέρες πριν τον αγώνα, την αγάπη και το χαμόγελο του βετεράνου αθλητή της ΑΕΚ Κώστα Νεστορίδη που βρεθήκαμε στην Καλλιθέα Αττικής, την Ποντιακή μου καταγωγή και τρέλα αλλά το βασικότερο, την αγάπη μου και την υποχρέωση για ένα χαμόγελο αισιοδοξίας στα ΑμεΑ της περιοχής μου, ξεκίνησα το ταξίδι μου για 2η φορά, αυτή την φορά όμως «επίσημα» όπως θέλουν οι «ειδικοί». Ξεκινώντας λοιπόν με ένα μήνυμα για την Γενοκτονία των Ποντίων, άρχισα το ταξίδι που είχε τόσα να μου δώσει και πάλι…
Υπήρξε ένα θέμα διαδικαστικό, για την επίλυση του οποίου ευχαριστώ θερμά την διοργάνωση, η οποία εκτιμώντας την επιθυμία μου και τα προβλήματα, με δέχθηκε με αγάπη. Συγκεκριμένα, δεν είχα τους συνοδούς που έπρεπε να με ακολουθούν, θέμα στο οποίο έδωσε λύση η οργανωτική επιτροπή, διορίζοντας δύο άτομα δικής της επιλογής (άγνωστα σε μένα), την Μαρία Χρ. και τον Γιώργο Αρ., οι οποίοι με συνόδευαν μέχρι την Τεγέα για 192 χλμ, παρ΄ όλο που δεν τους χρειαζόμουν συχνά, καθόσον έχει αποδειχθεί πλέον ότι είμαι «αυτάρκης…», δεν θέλω πολλά πολλά!!! Λίγο νερό, λίγο ψωμί, αυτά που χρειάζεται η καρδιά για να μείνει ζωντανή και μερικές ελιές… Φτάνοντας στη Τεγέα οι συνοδοί μου έπρεπε να φύγουν, διότι η αποστολή τους τελείωνε εκεί, έτσι έπρεπε να συνεχίσω με άλλους συνοδούς αλλά όπως αποδείχθηκε στην πορεία, συνέχισα τρέχοντας μόνος μου μέχρι την Σπάρτη άλλα 53 χλμ. Ευτυχώς είχα εφοδιαστεί με λίγο ψωμί και νερό, ρουχισμό, το οποίο είχα βάλει στις θήκες της ζώνης μου και το αδιάβροχο. Στη διαδρομή έβρισκα νερό από τις βρύσες στις αυλές και στους δρόμους. Όμως ανεβαίνοντας τις ανηφόρες του Μανθυρέα άρχιζαν να ζορίζουν τα πράγματα και έκανα οικονομία στο νερό ώσπου έφτασα σε ένα κατάστημα πριν το μνημείο και γέμισα το παγούρι μου, τους οποίους τους ζήτησα κι ένα πορτοκάλι από το πολλά που είχαν για χυμό αλλά αρνήθηκαν να μου δώσουν, τους ευχαρίστησα, χαμογέλασα κι έφυγα. Για καλή μου τύχη, μετά το μνημείο συναντήθηκα με την ομάδα του Γιώργου Κουτσιούκου, όπου ο Παναγιώτης Μαστροπέρρος είχε αναλάβει «τη συντήρησή του», τους ζήτησα λίγο νερό και μου έδωσαν όποτε το χρειάστηκαν όσο ήμασταν κοντά, μου έδωσαν και μπισκότο και λίγο ψωμί. Μεγάλη ανάσα αυτή η προσφορά τους και τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου!!! Φτάνοντας λίγο πριν την διασταύρωση για Βουτιάνους, ήρθαν στην μνήμη μου οι φετινές «Απολλώνιες εμπειρίες… όταν έτρεχα με τον Γκόγκο Απολλώνιο στο ΣΠΑΡΤΑΘΛΟΝ» κι έτσι πήρα την κατηφόρα κι έτρεχα λίγο παραπάνω απ΄ ότι θα έπρεπε κι έτσι απομακρύνθηκα από την ομάδα του Γιώργου Κουτσιούκου, αλλά σκεφτόμουν ήδη πως ότι και να γίνει σε λίγο φτάνω στη Σπάρτη. Τριάμισι χλμ πριν την Σπάρτη, συναντώ τον 1ο δρομέα, τον Ιταλό, ο οποίος είχε πάρει ήδη τον δρόμο της επιστροφής, αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε και συνεχίσαμε την πορεία μας. Έτσι λοιπόν την 17:00 ώρα αντικρίζω και πάλι τον Λεωνίδα με το αγέρωχο βλέμμα του και ο Τάκης Σκουλής που είναι εκεί και περιμένει, ανοίγει την αγκαλιά του και με υποδέχεται. Η χαρά και η συγκίνηση δεν περιγράφονται. Οι αγαπητοί φίλοι Σπαρτιάτες που είναι εκεί, έρχονται κοντά μου και προσφέρουν την βοήθειά τους, τα δίδυμα αδέλφια Νίκος και Θύμιος Κωσταρίδης, ο Γιάννης Δημόπουλος, η Στέλλα Μαρκάκου, ο Χρήστος Μασούρας, ο Σταύρος Σταυρόπουλος, ο αντιδήμαρχος Σπάρτης, η αγαπητή μου φίλη Σπαρτιάτισσα Ελένη Μακρή η οποία μου πρόσφερε μερικούς χυμούς και μπισκότα για τον δρόμο, ο Άγγελος Παυλής και ο καταστηματάρχης απέναντι από το άγαλμα του Λεωνίδα μου πρόσφερε μια ωραία ζεστή μακαρονάδα (πένες) και ζεστό τσάι . Είπα να ξεκουραστώ για μισή ωρίτσα και να συνεχίσω την πορεία μου, τον δρόμο για την επιστροφή. Μετά από λίγο, 15 λεπτά περίπου, ήρθε και ο Γιώργος Κουτσιούκος, ξεκουραζόμασταν και συζητούσαμε. Εγώ ήθελα να φύγω, αλλά δεν υπήρχε και πάλι κανείς να με συνοδεύσει. Έβλεπα τον Γιώργο και έλεγα, ας φύγω μαζί τους και στην πορεία βλέπουμε… όμως τα παιδιά ήθελαν να ξεκουραστούν, τηλεφώνησα στην επιτροπή και τους ρώτησα τι θα γίνει και μου απάντησαν ότι πρέπει να περιμένω λίγο. Το λίγο έγινε πολύ, αρχίζω και ανησυχώ, ψάχνω απεγνωσμένα να βρω τρόπο να φύγω, μάταια όμως, η ώρα περνάει και άκρη δε βγαίνει. Σε λίγο ξεκινάει ο Γιώργος και λέω στον Παναγιώτη Μαστροπέρρο να με πάρουν μαζί τους και στην διαδρομή βλέπουμε τι θα γίνει, μόνο να ξεκινήσω, ούτως ή άλλως, εγώ μόνο λίγο νεράκι θέλω… Ο Παναγιώτης βρέθηκε σε δύσκολη θέση, δεν ήξερε τι να κάνει, έτσι έφυγαν μόνοι χωρίς εμένα. Άρχισα να απογοητεύομαι και πήρα την απόφαση να σταματήσω εκεί την προσπάθεια, ώσπου ήρθε το ένα από τα δύο δίδυμα και μου λέει ότι είναι κρίμα να σταματήσω αφού σε βλέπω ότι είσαι ια χαρά και άνετος… Ψάχνουμε τρόπο μέσω της διοργάνωσης, όπου τελικά αφού πέρασαν 4 ώρες άσκοπες στην Σπάρτη, πάρθηκε η απόφαση να ξεκινήσω… για την επιστροφή. Έτσι λοιπόν κατά τις 21:00 με συνόδευσε με το ποδήλατό του μέχρι την έξοδο της πόλης ο φίλος δρομέας Σταύρος Σταυρόπουλος και συνέχισα την μοναχική πορεία μου μέσα στη νύχτα και μάλιστα βροχερή.
Δε με ενδιέφερε η βροχή ούτε το νερό ούτε το φαγητό, ούτε τα ρολόγια που δεν έχω (τελείωσαν οι μπαταρίες τους), ο άδικος χαμένος χρόνος με ενδιέφερε. Μόνος μέσα στη νύχτα, βλέπω κάτι φωτάκια να λαμπιρίζουν, ήταν δρομείς που πήγαιναν στην Σπάρτη, χαιρετιόμασταν και συνεχίζαμε ην πορεία μας.
Τραβούσα τις ανηφόρες στους Βουτιάνους, φτάνω Αλεποχώρι, μνημείο και να ξαφνικά ένα αυτοκίνητο της διοργάνωσης, είναι ο Θόδωρος με το καροτσάκι που κουβαλάει και τα πράγματά μου, μου λέει ότι είναι ο συνοδός μου και συνεχίζουμε την πορεία μας. Η βροχή έκανε τα παιχνίδια της, σταματούσε για λίγο για να με ξεκουράσει και μετά πάλι ερχόταν φουριόζα!!! Τρέχω, ανεβάζω ταχύτητα, φτάνουμε γρήγορα στην Τεγέα, εκεί αλλάζω ρούχα, τρώω λίγο ρύζι και συνεχίζω την πορεία μου, πάλι μόνος γιατί ο Θόδωρος έπρεπε να πάει να συνοδέψει άλλον δρομέα. Δε με ενόχλησε καθόλου, είχα συνηθίσει άλλωστε και η διαδρομή ήταν γνωστή μέχρι τη Νεστάνη. Λίγο πριν μπω στη Νεστάνη, με προσπερνάει ο Θόδωρος με το αυτοκίνητο ο οποίος άφησε τα πράγματά μου στη Νεστάνη και έφυγε. Με περίμενε ο Κώστας Βαξεβάνης, μου πρόσφερε μία τυρόπιτα, έφαγα κι ένα γιαουρτάκι και συνέχισα τη μοναχική μου πορεία για το βουνό. Ζώστηκα πάλι τα εφόδια μου και πήρα την ανηφόρα…, μέσα στο βουνό η μαγεία τη διαδρομής σ΄ έκανε να τα ξεχάσεις όλα και να μην σκέφτεσαι τίποτα. Στο δρόμο βρήκα και μια βρύση, δροσίστηκα, γέμισα το παγούρι μου, κάθισα κάτω από το δέντρο, ξεκουράστηκα για λίγο, έβγαλα και φωτογραφία (όπως συνηθίζω) και πήρα την κατηφόρα, ώσπου φτάνοντας στο χωριό Καρυά (όπου γυρίστηκε «Το καφέ της Χαράς»), με περίμενε άτομο της διοργάνωσης, ο Γιάννης Αν. με το αυτοκίνητο, συστηθήκαμε και συνεχίσαμε προς Λυρκια. Στη διαδρομή γινόταν επικοινωνία με τη διοργάνωση να μου στείλουν τα ρούχα για να αλλάξω, όμως ο φόρτος εργασίας ήταν τόσο μεγάλος που ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί άμεσα. Δεν είχε νυχτώσει ακόμη και από ψηλά κατεβαίνοντας για Λυρκια, έβλεπα πλέον το συνοδευτικό αυτοκίνητο του Γιώργου Κουτσιούκου. Συνέχισα γρήγορα, βοηθούσε και η κατηφόρα, κάποια στιγμή αφού πέρασα και την Λυρκια και πάω προς Μαλανδρένι, βρίσκω στο δρόμο ένα σκουφί με το σύμβολο της ΑΕΚ. Άρχισα να γελάω και να κοιτάω γύρω μου μήπως είναι κάποιος και μου κάνει πλάκα. Δεν ήταν κανείς, ήταν «Δώρο Θεού». Το πήρα μαζί μου και το έδωσα στον Γιάννη, στον οποίο είπα να φύγει πίσω στην Καρυά, προκειμένου να παραλάβει τα πράγματά μου, τα οποία τελικά βρέθηκε άτομο να τα μεταφέρει από τη Νεστάνη. Συνέχισα μόνος μου μέχρι το Μαλανδρένι, όπου λίγο πριν μπω στο χωριό, μου λέγανε οι κάτοικοι: «τρέχα λίγο, ο άλλος είναι λίγο πιο μπροστά, άντε να τον φτάσεις….», εκεί λοιπόν, ο φίλος Δημήτρης μου πρόσφερε μία ζεστή κοτόσουπα και ζυμωτό ψωμί, κάθισα στο παγκάκι και το απόλαυσα και μετά πήρα την ανηφόρα. Είχε ήδη σκοτεινιάσει, αλλά ο δρόμος ήταν φωτεινός, είχε ένα ειδικό χρώμα, άσπρος, λες και φωτιζόταν από ένα αόρατο φως. Πήρα την κατηφόρα, φτάνω στο χωματόδρομο, ήρθε και ο Γιάννης με τα πράγματα και όλα τώρα μια χαρά, πάμε προς Νεμέα. Συναντιόμαστε με τον Γιώργο Κουτσιούκο, τρέχουμε καμιά φορά μαζί, λίγο μπρος ο ένας, λίγο ο άλλος, ώσπου κάποια στιγμή τον προσπερνάω και συνεχίζω. Περνώντας τις σιδηρογραμμές, κάναμε μία στάση για να κλείσω για 5-10 λεπτά τα μάτια μου, ακούω μία φωνή, ήρθε ο Παναγιώτης Μαστροπέρρος και κοιτάζει μέσα στο αμάξι, ανοίγω τα μάτια μου, σαν να πέρασαν δύο ώρες, βάζω μπρος «τη μηχανή μου» και φεύγω. Επειδή ο καιρός είχε ήδη στρώσει, είχα βγάλει και τα «βαρίδια» από πάνω μου, αυτά που είχα ζωστεί από ρουχισμό, φαγητά κλπ, άρχισα να κάνω μερικές μέτρα γρήγορα, πότε 200άρια, πότε 400άρια, 1000άρια, ώσπου απομακρύνθηκα λίγο από τον Γιώργο και πάμε προς Εξαμίλια. Ο συνοδός μου ο Γιάννης, μιλούσε συχνά στο τηλέφωνο κι έκανε συχνές στάσεις, όταν ερχόταν κοντά μου, μου έλεγε ότι είμαι «καλός» και "αθώος" και πρέπει να προσέχω και φανταζόμουν ότι θα έλεγε να μην τρέχω τόσο για να μην κουραστώ. Του έλεγα ότι δεν έχω ανάγκη, είμαι Πόντιος εγώ και ΑΕΚ, είμαι για τα δύσκολα, δε με ενδιαφέρει η πρωτιά, μόνο να φτάσω στο τέρμα. Με κοιτούσε περίεργα σαν να ήθελε κάτι να μου πει κάτι ακόμη. Η αδιαφορία μου όμως του έδινε να καταλάβει ότι τώρα μόνο τρέχουμε.  Λίγο πριν φτάσουμε σε μια διασταύρωση, η Αστυνομία μας λέει να συνεχίσουμε κανονικά για Εξαμίλια, αλλά στην επόμενη διασταύρωση ένα περιπολικό που ερχόταν πίσω μου, ήρθε κοντά μου και μου λέει ο συνοδηγός, ότι από δω δεν μπορείτε να συνεχίσετε γιατί είναι Εθνική οδός και κάτι τέτοια. Τους είπα ότι αυτός είναι ο δρόμος για τα Εξαμίλια και ότι τα βελάκια εδώ οδηγούν κι αν θέλουν να τηλεφωνήσουν τους αρμόδιους. Μου λένε εμείς είμαστε τροχαία και δεν ξέρουμε αν από δω πάει Εξαμίλια…. και κάτι περίεργα πράγματα…, έτσι λοιπόν, πήραν κάπου τηλέφωνο, ενημερώθηκαν, είχε έρθει πάνω στην ώρα και ο Γιάννης (είχε πάει πιο μπροστά για να δει το δρόμο και επέστρεψε), τους εξήγησε και με άφησαν να περάσω!!! Φτάνουμε Εξαμίλια, τρώω ένα γιαουρτάκι κι ένα πορτοκάλι, ξαπλώνω για λίγα λεπτά και ξεκινάμε την πορεία μας. Να και ο Γιώργος με την παρέα του, σειρά τους για ξεκούραση. Βγαίνουμε έξω από το χωριό, φτάνουμε στην Κυρά Βρύση, γίνεται αλλαγή συνοδείας. Αφού χαιρετηθήκαμε και ευχαρίστησα τον Γιάννη, με αναλαμβάνει ο Διαμαντής Γιώργος, ο οποίος με συνόδευσε μέχρι το τέρμα. Η διαδρομή πλέον γνωστή και εύκολη, έτσι έδωσα «τα γκάζια μου», όσο μπορούσα και άρχισα μία τρελή πορεία. Οι χυμοί της Σπάρτης έδιναν ενέργεια, ξημέρωσε καλά, περνάμε τον Ισθμό, τα διυλιστήρια, πάμε Αγίους Θεοδώρους, Κινέτα κλπ. Κάποια στιγμή μου λέει ο Γιώργος Δ. ότι ο Ιταλός είναι καμιά ώρα μπροστά μας και γελάει, γελάω κι εγώ, γιατί κατάλαβα τι εννοούσε (χαχαχα), όμως δεν υπήρχε περίπτωση να συμβεί αυτό. Σκέφτηκα όμως τις χαμένες ώρες στην Σπάρτη και λέω μέσα μου «λες….», έβαλα κάτω το κεφάλι, δάκρυσα και συνέχισα περήφανα και με πολλές ταχύτητες…!!! Φτάνουμε Ελευσίνα, αρχίζω να νιώθω περίεργα, νομίζω ότι ο χρόνος στριφογυρίζει, λέω ασυναρτησίες στον Γιώργο Δ, περί της διαδρομής, έρχονταν στο μυαλό μου τα περσινά και νόμιζα ότι βρίσκομαι πάντα στον ίδιο δρόμο ή ότι πριν από λίγο ήμασταν πάλι εδώ, γιατί να είμαστε πάλι;;; Ευτυχώς ήρθε ο φίλος μου ο Κλαπανάρας και μου έφερε έναν φρέντο καπουτσίνο με κρέμα, τον ήπια γρήγορα και συνήλθα και κατάλαβα τι γίνεται (σ΄ ευχαριστώ φίλε μου). Μετά άρχισαν τα δύσκολα, μπήκαμε Εθνική, άρχισε η ζάλη με τα πολλά αυτοκίνητα, με τον θόρυβο των οχημάτων, η δύσκολη ανηφόρα η οποία έγινε ατελείωτη, ώσπου μπήκαμε στην Ιερά Οδό, συνάντησα τον Σπύρο Σπυρόπουλο με την μηχανή του, τον συνάδελφο Κώστα Τσαν… οι οποίοι με συνόδευσαν μέχρι το τέρμα, στην αρχαία Αγορά στο Θησείο, όπου εκεί και πάλι με έβαλαν στην ζεστή αγκαλιά τους, ο δάσκαλος Τάκης Σκουλής και η σύζυγός του η κυρία Τιτίκα.Ο χρόνος σταμάτησε πλέον να μετράει, ένα στεφάνι βαρύ πήρε τη θέση του, το μετάλλιο κρεμόταν στο ταλαιπωρημένο κορμί μου και το χειροκρότημα με τα χαμόγελα απάλυναν τους πόνους!!!
Όμως ο πόνος της ψυχής και η θλίψη πήραν θέση στο όνειρο που ζούσα για ανεξήγητους λόγους…, πήγα σε μια γωνιά μόνος μου, κάτω από ένα δέντρο, κάθισα στο παγκάκι και έκλαιγα σαν μικρό μωρό γιατί:
Εζυγίσανε τη χαρά μου και τη βρήκανε, λέει, μικρή
και την πατήσανε χάμου σαν έντομο.
Τη χαρά μου χάμου πατήσανε και στην πέτρα μέσα την κλείσανε....
και στερνά την πέτρα μου αφήσανε...
"Ο καθείς και τα όπλα του" ... είπε ο ποιητής!!!
Μοίρα των αθώων, είσαι η δική μου η Μοίρα! {…} Οδυσσέας Ελύτης
Τους ευχαριστώ όλους μέσα από τη καρδιά μου!!!